CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

Tuesday 29 May 2007

Εδώ Λιλιπούπολη

Από τότε που ασχολούμαι λόγω επαγγέλματος με τα παιδιά μου έχουν κάνει τρομερή εντύπωση αυτά τα κινούμεα σχέδια που βλέπουν στην τηλεόραση, καθώς μια και δε βγάζω άκρη για τι πράγμα μιλάνε, αφού όλα έχουν κάτι ακαταλαβίστικα ονόματα και τερατώδεις μορφές που απορώ τι το όμορφο και ενδιαφέρον βρίσκουν σε όλα αυτά, αλλά και με ποιο ήωα μπορεί να ταυτιστούν. Μήπως με το πιστόλι που κρατάει ( δε θέλω να το σκέφτομαι τρομάζω). Τέλοσπάντων περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, όμως εγώ εξακολλουθώ να έχω μία νοσταλγία για τα στρουμφάκια , τη Λιλιπούπολη, για τη Φρουτοπία κλπ. κλπ κι έτσι καλώς ή κακώς αφού παίζω ρόλο στη "διαμόρφωση - παραμόρφωση" της προσωπικότητας του παιδιού , γουστάρω να βάζω στα παιδιά να ακούνε κι αυτά που νομίζω ότι μάλλον δε θα τα ακούσουν ποτέ. Αν δε βαριέστε ( 11' και 20'') ακούστε Πώς ο παπαγάλος( δεν) έμαθε καλούς τρόπους, , γιατί έτσι απλά μου αρέσει να ακούνε αυτά την ώρα που ζωγραφίζουμε και να μην έχουν καθόλου "καλούς " τρόπους και να μου λένε " κυρία ε κυρία έλα μία που σε θέλω"

Monday 28 May 2007

Απότομη προσγείωση



Μετά το τριήμερο επανήρθα δριμύτερη όπως φάνηκε μιας κι έχω να καταθέσω το εξής:
Μα καλά είναι δυνατόν όλο το χειμώνα να κάνω κάθε Σαββατοκύριακο 400 χιλιομετρα με το αμάξι και σήμερα να πέσω μέσα στο ίσωμα πάνω στο αμάξι ενός κακόμοιρου που το είχε παρκαρισμένο κι έπινε καφέ; Ήμαρτον! Πόσα κιλά ηλιθία μπορεί να είμαι! Ε εντάξει δε λέω είχα κόψει ταχύτητα και κοίταζα δεξία κι αριστερά να βρω φαρμακείο, αλλά όπως κοίταζαν πλαγίως τα μάτια μου έτσι πλαγίως κατεύθυναν και το χάροντα αμάξι τα χέρια μου , ώσπου ακούω ένα μπαμ! Και ήρθα στα ίσα μου. Έκανα και τα δύο αμάξια λίγο πιο καινούρια στο χρώμα... δεν έγινε τίποτα σπουδαίο θα μπορούσε να είναι και χειρότερο , όμως η ηλιθιότητα μου άγγιξε νομίζω τα όρια της μαλακίας .
Αυτά είχα να πω, σκιάχτηκα αρκετά με τη βλακεία που με δέρνει ( να πεις ότι είχαν πιάσει και οι ζέστες να το καταλάβω), αλλά μάλλον δε γίνεται να κάνω ταυτόχρονα δύο πράγματα όταν οδηγώ ..... Adios

Wednesday 23 May 2007

Δε μας χέζεις λέω εγώ ...

Οι γονείς ποτέ δε διορθώνονται , νομίζουν πάντα ότι είσαι κτήμα τους ,ποτέ κατά αυτούς δεν κάνεις τίποτα σωστά , και λένε και λένε και λένε και πάντα γκρίνια 24 ώρες το 24ωρο για σημαντικά (κατά αυτούς) αστεία( κατ’εσένα) πράγματα , δε γαμιόμαστε να ασπρίσουμε λέω εγώ. Και όχι τίποτα άλλο αν λείπεις από το σπίτι σου 10 χρόνια και αναγκαστικά ξαναγυρνάς για να μείνεις 1 χρόνο για να μάζέψεις μόρια στην επαρχία και τρως ξαφνικά στη μάπα όλο αυτό , e sorry αλλά παέι πολύ! Αυτά είχα να πω, γιατί τα ’χω πάρει τώρα και καταλαβαίνετε φυσικά γιατί .

Υ.Γ.Εφαρμογή σοφής και γνωστής συμβουλής: Από το ένα αυτί να μπαίνει και από το άλλο να βγαίνει, δηλαδή: δυνατή μουσική και σερφάρισμα για να τη βγάλω καθαρή φέτος και να ξεκουμπιστώ ξανά από ‘ δω.

Saturday 19 May 2007

Μα καλά Καλοκαίρι ξανά;

Καλοκαιράκι τώρα ( αν και σήμερα έχει κρύο) κι έτσι οπως το σκέφτηκα γαμώ είναι που ήρθε ξανά , χειμώνα δεν καταλάβαμε φέτος ως γνωστόν, οι μύγες και τα κουνούπια έχουν αρχίσει ήδη να κάνουν πάρτι , τα δε φίδια είναι νομίζω στις πιο μεγαλειώδεις περιόδους που μπορεί να περάσει το είδος τους και γενικά παρατήρησα ότι φέτος ευνοήθηκαν πολύ τα ιπτάμενα ζουζουνομαλακιστήρια ,καθώς και τα έρποντα γαμίδια.
Αχ τι ωραία ρε γαμώτο , τέλεια ήρθε πάλι το καλοκαιράκι, αλλά για καλό και για κακό ας κουβαλάω φέτος κανένα ξύλο πάνω μου όταν θα περπατάω στους χωματόδρομους ή δίπλα από ποτάμια κι ας αλοίφτω με κανένα σαρνικοβότανο για τους λασσαλέους κούνουπς ,αν θέλω να τη βγάλω καθαρή.
Κι αν νομίζει κάποιος ότι υπερβάλλω προχθές που έκανα το πρώτο μου μπάνιο στην αμμουδιά με τσίμπησαν τέσσερις φορές τα γαμωκούνουπα και πρήστηκε το χέρι μου και μέχρι να φτάσω στη θάλασσα είδα σκοτωμένα πέντε φίδια παρακαλώ.
Αυτά είχα να πω για το καλοκαίρι που έφτασε πρόωρα αλλά και για το χειμώνα που δεν ήρθε ποτέ.
Τη γαμήσαμε τη γη μας , τώρα ήρθε η σειρά της να μας γαμήσει!

Friday 18 May 2007





Η πόλη με τα πολλά χρώματα

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στην ξακουστή χώρα του Ουράνιου Τόξου
η χαρούμενη και πολύχρωμη μαγισσούλα Αιμιλία.
Η μαγισσούλα Αιμιλία ήταν ειδική στα χρώματα και ήξερε για όλα πώς να τα
ανακατεύει μεταξύ τους με μία της μόνο μαγική κίνηση. Κουνούσε το μαγικό
ραβδάκι της και γέμιζε τη χώρα του Ουράνιου Τόξου με τα πιο απίθανα και περίεργα χρώματα .
Όλοι οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί ήταν πολύ χαρούμενοι, γιατί η ζωή τους
ήταν γεμάτη χρώματα κι όλα ήταν αστεία, επειδή της μαγισσούλας Αιμιλίας της άρεσε
να κάνει σκανδαλιές .Έβαφε τα δέντρα κόκκινα με θαλασσί βούλες, τη θάλασσα ροζ,τον ουρανό κίτρινο και τον ήλιο μοβ.
Όλα ήταν όμορφα σ’ αυτή τη χώρα και κάθε μέρα η Αιμιλία έφτιαχνε τα χρώματα που ήθελαν οι κάτοικοι της χρωματιστής χώρας λεγοντας:
«Άμπρα κατάμπρα κουνώ το μαγικό μου το
ραβδί και φτιάχνω το χρώμα που θες εσύ».
Ώσπου μια μέρα,ξαφνικά στην πανέμορφη χώρα εμφανίστηκαν μαύρα σύννεφα, που τα είχε στείλει μια κακιά μάγισσα για να ρίξουν βρωμερή βροχή και να χαλάσουν τα όμορφα χρώματα της μικρής μαγισσούλας.
Αυτή η μάγισσα ήταν πολύ άσχημη και πολύ κακιά. Γι’ αυτό δεν της άρεσαν τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Της άρεσε μόνο το μαύρο και το γκρι.
Αυτή τη μάγισσα τη λέγανε Ξινή και ζούσε σε ένα ψηλό βουνό με μυτερά βράχια που είχε μαύρες παπαρούνες και γκρι γαρίφαλα. Κι όταν κάποιος πάταγε μια παπαρούνα
γινόταν κοράκι, όμως όταν η μάγισσα πάταγε τις παπαρούνες γινόταν ακόμα πιο κακιά.
Η μαγισσούλα Αιμιλία και οι άνθρωποι που αγαπούσαν πάρα πολύ το Ουράνιο Τόξο και τη χώρα τους, δεν ήξεραν τι να κάνουν και ήταν πολύ λυπημένοι . Προσπάθησαν να διώξουν τα μαύρα σύννεφα, αλλά δεν τα κατάφεραν και σαν να μην έφτανε αυτό η μάγισσα έστειλε κι άλλα μαύρα σύννεφα και τα χρώματα άρχισαν να ξεβάφουν κι όλα τα πράγματα γίνονταν μαύρα και γκρι.
Το βράδυ , κουρασμένη η κακιά μάγισσα έπεσε στο κρεβάτι της να πάρει έναν υπνάκο.
Έτσι η μαγισσούλα Αιμιλία βρήκε την ευκαιρία και πέταξε μέχρι το κάστρο της με
το μαγικό της ποδήλατο, χωρίς να πατήσει τις μαύρες παπαρούνες και τα γκρι γαρίφαλα.
Μπήκε από το πάραθυρο σιγά σιγά και μεταμόρφωσε με το μαγικό της ραβδάκι την Ξινή
σε Γλυκιά και πολύχρωμη μάγισσα.
Και ξαφνικά όλα τα σύννεφα έριχναν πολύχρωμη βροχή κι όλα βάφτηκαν ξανά με
πανέμορφα χρώματα κι έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Υ.Γ. Όταν τα παιδιά αφήνονται ελεύθερα να πουν και να γράψουν τις σκέψεις τους , τότε δημιουργούνται τέτοια όμορφα παραμύθια. Αυτό είναι ένα παραμυθάκι από παιδάκια πρώτης τάξης, που γράφτηκε ομαδικά, ο κόσμος τους είναι πανέμορφος.

Monday 14 May 2007

Το μονόπρακτο



Βράδυ, αργά στο σταθμό των τρένων...
Κάθονταν σε δύο διαφορετικά παγκάκια αντίκρυ, τα μάτια τους είχαν συνωμοτήσει και τα έλεγαν μεταξύ τους , χωρίς να βγαίνει ούτε ένας ήχος από το στόμα τους...μόνο με τα βλέματα ειπώνονταν όλες οι σκέψεις...
- Τι κάνεις εδώ τέτοια ώρα, κατάλαβε να της λέει .
- Παρατηρώ....
- Τι παρατηρείς;
- Τα τρένα που πάνε κι έρχονται , φεύγουν, σταματάνε , ξεκινάνε και ξανά πάνε κι έρχονται , πάνε κι έρχονται σε ένα ατέρμονο ταξίδι ρουτίνας και καθήκοντος, αλλά δεν είναι μόνο αυτό .
- Δεν είναι; Και τι άλλο είναι ;
- Τα τρένα είναι δύο χωρισμένες ψυχές , κάποτε υπήρξαν θερμοί εραστές, μα όχι πια. Το πάθος του έρωτά τους, τους σκότωσε. Μα πάλι τους είναι αδύνατον να σταθούν ο ένας από τον άλλον πολύ μακριά, βαδίζουν παράλληλα σε δύο γραμμές. Περνάει το ένα πάνω , το άλλο κάτω . Κοιτιούνται στιγμιαία , κάτι ψυθιρίζουν και ξεμακραίνουν πάλι. Κι όταν έρχεται εκείνη η στιγμή ,η στιγμή της κοινής στάσης, έρχονται όσο πιο κοντά μπορούν , μα πάντα παράλληλα. Δεν μπορούν , δεν επιτρέπουν να αγγιχτούν, φοβούνται. Το μόνο που νιώθουν είναι η ανάσα της ψυχής του καθενός, με ένα πόθο για σμίξιμο, με ένα πρέπει για φυγή, με ένα φόβο για την επανάληψη του εγκλήματος και τότε το ταξίδι ξεκινά και πάλι, πριν διαπραχθεί οτιδήποτε. Η σωτηρία τους και ο χαμός τους ξανά και ξανά πάνω στις σιδερένιες, ψυχρές, παράλληλες ράγες. Κρατάω τα όνειρά μου φυλαγμένα σε αυτό το το παγκάκι, αφήνοντας να τα παρασύρει η ταχύτητα των τρένων και τα ζεστά χνώτα των ανθρώπων. Άκου το σύρσιμο στις ράγες, πλησιάζει ένα από αυτά. Αφέσου στην ταχύτητα του, κλείσε τα μάτια σου και αφουγκράσου τον ήχο του. Ακολούθησε το σταμάτημά του , άγγιξε τον όχλο που ξεχύνεται από μέσα του, απελευθερώνοντας την ενέργεια που είχε συσωρευτεί στα όρθια ακίνητα πόδια του και τον ιδρώτα που είχε μουσκέψει τον αέρα. Η ατμόσφαιρα πασαλείβεται με αυτές τις μυρωδιές , με αυτούς τους τους ήχους. Ύστερα πάλι σβήστα όλα αυτά, καθώς θα φεύγει και θα σκορπίζονται όλα στον αέρα παρασυρμένα από την ταχύτητά του...πες πώς ήταν μια στιγμή παραφροσύνης, μια στιγμή ονείρου κι άφησέ τα ...αφέσου κι εσύ μαζί στο ταξίδι του για να ταξιδευτείς.
- Θα κλείσω τα μάτια μου, μόνο υποσχέσου μου ότι όταν θα τ’ ανοίξω δε θα έχεις φύγει;
- Στο υπόσχομαι.
Έκλεισα τα μάτια , το τρένο πλησίαζε, ένιωθα τη ατμόσφαιρα να αλλάζει, να κουβαλάει μαζί της την ορμή του τρένου, τις στοιβαγμένες ανάσες των ανθρώπων και του αέρα που το κυνηγούσε. Πέρασε από μπροστά μου, κάνοντας τα μαλλιά μου να ανεμίσουν. Σταμάτησε...έβγαλε μια ανάσα ανακούφισης από την κούραση της ημέρας, άνοιξε με βαθιά έπαρση τις πόρτες του κι άφησε να ξεχυθεί το πλήθος που κουβαλούσε. Όλη η προηγούμενη ησυχία είχε σιωπήσει, φασαρία από λιγοστές φωνές και πολλά συχγρονισμένα βήματα να τρέχουν προς την ίδια πορεία, η έξοδος, ο προορισμός ολονών, πίσω ξανά στη ζωή της πόλης. «Μπιπ-Μπιπ» η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά «αγαπητοί μου επιβάτες, τελοσπάντων βιαστείται εγώ θέλω να φύγω, δεν μπορώ να σας περιμένω ένα αιώνα μέχρι να πάρετε εσείς τα πόδια σας, βαρέθηκα, γκντουμπ, γεια και χαρά σας φεύγω τώρα, όσοι προλάβατε, προλάβατε». Έκλεισε με θόρυβο τις πόρτες του και ξεκίνησε ξανά το ταξίδι του, λίγο λίγο η ταχύτητα δυνάμωνε, ο αέρας άρχισε πάλι παιχνίδια κυνηγητού και τα μαλλιά μου ανέμισαν στιγμιαία ξανά καταλαβαίνοντας κι αυτά τη δύναμη της κίνησης που απελεύθερωνε η φυγή του τρένου. Σιωπή πάλι , όλα ηχούσαν όπως και πριν, όλα σιωπηλά , ηρεμία ...πάει έφυγε κι αυτό.
Άνοιξα σιγά σιγά τα μάτια μου και κοίταξα απέναντι... δεν κράτησε την υπόσχεσή της είχε φύγει κι αυτή μαζί με το τρένο...αντίο . ..πάμε μαλάκα σπίτι μονολόγησα κι έφυγα αργά αργά.

Friday 11 May 2007

Αυστρία, ώρα μηδέν


Αυστρία, Κλάγκενφουρντ, πόλη βγαλμένη από παραμύθια με ξωτικά και νεράιδες, σπιτάκια σαν σπιρτόκουτα με σκεπές ξύλινες , όμορφες σοφίτες, λίμνες γαλάζιες, δροσερά ποταμάκια , δάση ,βουνά, απίστευτη φύση!
Ήταν μία πανέμορφη άνοιξη , Μάιος μήνας (καλή ώρα), έμενα σε ένα ξύλινο σπιτάκι μέσα στο δάσος , πάνω από μια λίμνη και κάθε μέρα βγαίνοντας το πρωί για να πιω καφέ στο μπαλκόνι έβλεπα τα σκιουράκια να κάνουν παιχνίδια και σκανταλιές πάνω στα δέντρα . Θα έμενα εκεί για 15 μέρες και ήθελα να απολαύσω αυτή την απίστευτη ομορφιά. Έτσι κάθε μέρα έπαιρνα το ποδήλατο και τριγυρνούσα στα μονοπάτια που πέρναγαν μέσα από ρυάκια, μικρά δασάκια χαζεύοντας δεξιά κι αριστερά, μυρίζοντας το άρωμα του ξύλου και του νερού.
Όλα φάνταζαν τέλεια... οι μέρες περνούσαν με βόλτες στην εξοχή , μπύρες , ξενύχτια σε μικρές παμπ και τοπικά φεστιβάλ ...όμως ο εφιάλτης μου επαναλήφθηκε ... όχι ρε φιλε παλι. Ξανά τα ίδια, όποτε φεύγω από τη χώρα μου ....δεν μπορώ να χέσω, φτου σου! Μα πώς είναι δυνατόν αφού είχα καταναλώσει όλα τα ακτινίδια του σούπερ-μάρκετ, είχα πιει τόνους μαύρης και ξανθιάς μπίρας ( μου φέρνει συνήθως κόψιμο), είχα φάει κουβάδες από παραδοσιακό αυστριακό γιαούρτι, είχα καπνίσει τον ακάπνιστο πίνωντας ταυτοχρονα λίτρα από καφέ και εδώ και 5 μέρες έχω μείνει ώωωωωρες στην τουαλέτα καταβάλλοντας υπερπροσπάθειες για έστω ένα κουραδάκι κι όμως τίποτα. Και σαν να μη έφτανε αυτό οι φίλοι που μέναμε μαζί με είχαν πάρει χαμπάρι κι είχαν αρχίσει την καζούρα και το δούλεμα,. Το έβαλα καλά στο μυαλό μου ΞΕΧΝΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΑΦΟΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΙΑ !
Ένα απόγευμα λοιπόν φανερά ενοχλημένη κι απελπισμένη από την κατάστασή μου , πήρα το ποδήλατο και χάθηκα βαθιά μέσα στο δάσος μήπως και ηρεμήσω από τα πειράγματα της παρέας μου και τα ηχητικά εφέ που έκαναν κάθε φορά που έμπαινα στην τουαλέτα.... η αλήθεια είναι ότι απορροφήθηκα από τη βόλτα μου και δε σκεφτόμουν πια το πρόβλημα που είχε παρουσιαστεί ... ώσπου έπεσα σε μία τρομερή λακούβα και μαζί με το ποδήλατο τραντάχτηκα κι εγώ... ε εντάξει και; Και; Τα είδα όλα! Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα ότι άπαξ και σηκωθώ από τη σέλα τη γάμησα ! Μία τερατώδης κουράδα πίεζε να βγει προς τα έξω, άλλαξα 15 χρώματα! Κανονικά θα έπρεπε να είμαι ευτυχισμένη που επιτέλους θα τελείωνε το μαρτύριό μου, όμως ήμουν στη μέση του πουθενά ( μάλλον καλό αυτό) , μακριά από το σπιτάκι και το βασικότερο χωρίς χαρτί!
Γυρίζοντας τα πετάλια με πολύ αργούς ρυθμούς , καθώς οποιαδήποτε περίσσια κίνηση θα μπορούσε να αποβεί μοιραία , κοίταζα το μέρος όπου θα μπορούσα να τα κάνω... και ναι το βρήκα! Πετάω γρήγορα κάτω το ποδήλατο, χώνομαι πίσω από δύο θάμνους και παίρνω αμέσως θέση βολής ΜΠΟΥΦ!
Το μέγεθος, η ποσότητα και η θερμότητα που είχε αυτή η κουράδα σίγουρα θα μπορούσε να γραφτεί στο βιβλίο Γκίνες. Ταράχτηκα, ένιωσα ότι ανακάλυψα μια πλευρά του εαυτού μου που δεν την ήξερα μέχρι εκείνη τη στιγμή. Κάθισα στη θέση βολής για κάποια λεπτά μέχρι να συνέρθω από το σοκ και μετά έβγαλα μια βαθιά ανάσα ανακούφισης καθώς ένιωσα ότι έχασα τουλάχιστον εφτά κιλά από πάνω μου ένα για κάθε μέρα ... μετά όμως καινούρια ζόρια! Με τι θα σκουπιστώ ρε φίλε, να ανέβω έτσι στη σέλα του ποδηλάτου δεν έπαιζε με τίποτα, θα ήταν φρικαλέο. Σκέφτηκα για λίγο κρυφοκοιτώντας με «θαυμασμό» αυτό το πράγμα που είχα «γεννήσει» και το βρήκα, η μόνη λύση ήταν να σκουπιστώ με τις κάλτσες μου, δεν υπήρχε τίποτα άλλο που θα μπορούσε να σώσει την κατάστασή μου . Κάνοντας κάποια ακροβατικά, κατάφερα να βγάλω τελικά τα παπούτσια και μετά τις κάλτσες. Τις γύρισα ανάποδα για να είναι τουλάχιστον καθαρές κι αυτό ήταν...
Έφυγα πανικόβλητη για το σπίτι παρακαλώντας να μην ειναι εκεί κανένας, ήθελα να μπω κατευθείαν στο μπάνιο και να απολαύσω ξανά την καινούρια ζωή που άρχιζε για μένα, χωρίς τους πόνους και τις κρυφές εκτοξεύσεις μεθανίου .....
Αυστρία ένα υπέροχο μέρος που σίγουρα είμαι πολύ δεμένη μαζί του , γιατί εκτός από τις κάλτσες μου , άφησα εκεί κι ένα τεράστιο και μοναδικό κομμάτι του εαυτού μου.

Υ.Γ. Μετά τα γέλια- κλάματα που έριξα δάσκαλε Venieri , διαβάζοντας «το νυχτερινό σου χαρταετό» , ζήλεψα τόσο πολύ για την ιστορία σου, που είπα να αφήσω καταμέρος την ποίηση και να ασχοληθώ με το θέμα «κουράδα» , καθώς θυμήθηκα ότι διαθέτω αρκετές ιστορίες με σκατοπεριεχόμενο και είπα να καταθέσω μία από αυτές. Ευχαριστώ( για την έμπνευση) , τα σέβη μου.

Wednesday 9 May 2007

Για σένα


Eίναι φορές που η ελπίδα κομματιάζεται, αποτεφρώνεται μαζί με τη νεκρή ψυχή και απλώνεται σε όλο τον αέρα οσμή σκοταδιού. Η φυγή πολλές φορές φαντάζει οπτασία, απάτη και άφθαστος σκοπός. Μια φυγή που δεν ορίζεται με εικόνες και σημεία του ορίζοντα, μια φυγή που δεν απαντά στα «γιατί». Φυγή από αυτά που πονάνε, φυγή από την ύλη και την αίσθηση. Και αυτή η μοναξιά ώρες ώρες φωλιάζει σε κάθε γωνιά, καταπλακώνει κάθε επιφάνεια απτή και μη απτή, ορατή κι αόρατη. Και άλλες φορές ο πόνος ακαθόριστος, παντοδύναμος επιβάλλεται παντού και οι λέξεις τότε χάνουν το νόημα τους, οι αναμνήσεις καίνε περισσότερο, οι στιγμές περνάνε σαν σκοτεινοί χορευτές κάνοντας φιγούρες χλευαστικές και άπονες, περιφρονώντας το βούρκωμα των ματιών και τον ακατάπαυστο κόμπο που δένει τα πάντα. Αντίο, αντίο στο πού, σε ποιον, σε τι, πάντα θα τα κουβαλάμε μαζί μας όλα, για να θυμόμαστε το άσπρο και το μαύρο, το κόκκινο και το μαβί, το μπλε του ωκεανού.
Κι όμως απάνω στης θάλασσας τα κύματα θα προσπαθήσω να αφήσω όλο μου το σώμα κι όλη μου την ψυχή για να έρθεις και να αγκαλιάσεις εκείνες τις γωνιές, τα μέρη αυτά τα απόκρυφα που ψάχνουν να κοιμηθούν σε γαλήνη, που ψάχνουν τα υπόλοιπα κομμάτια τους , κουρασμένα από το ταξίδι τους στο χρόνο. Η αντηλιά θα πέφτει επάνω τους, αφήνοντας να καθρεφτίζεται η γλυκιά μορφή σου στις άσπρες κορυφές των κυμάτων.
Και έπειτα όλο το χρυσάφι της φύσης και του ήλιου θα χυθεί παντού και θα σκεπάσει κάθε ροζ, κίτρινο, μοβ και μαύρο, αφήνοντας μόνο το κόκκινο της αγάπης και το μπλε της θάλασσας να ξεχωρίζει, το χώμα και το ύδωρ. Μέσα στα στάχυα θα κυλιόμαστε και μέσα στα καταγάλανα νερά θα αφήνουμε τον ύπνο να μας χαϊδεύει. Μέσα στα αρώματα και τους καρπούς των περιβολιών θα περπατάμε τα ζεστά μεσημέρια και ο ήλιος ψηλά επάνω στα κεφάλια μας θα καίει… μαζί με τους ήχους του ανέμου θα ταξιδεύουμε κι εμείς, αφήνοντας τη ζωή μας μετέωρη να κυλά και να τρέχει ... για πού ποιος ξέρει.

Sunday 6 May 2007

H επιστροφή της μύγας

Θα επιστρέψω μια μέρα σε αυτά που άφησα πίσω μου ,ξεκινώντας από την αρχή, κάνοντας ένα μεγάλο κόκκινο κύκλο ,ψάχνοντας πάλι τις μοβ ανεμώνες και τα κίτρινα κρίνα του αγρού. Τρέχοντας στους δρόμους κάτω από τα γκρίζα σύννεφα του χειμώνα, βλέποντας μέσα από τη ροζ ομίχλη θα σχηματίζω ξανά τη ζωή που είχα αφήσει πίσω μου ,αφήνοντας για άλλη μια φορά μια ζωή...
Και εκεί κάπου στα δίχτυα της αυταπάτης και της ευτυχίας, μέσα από τις εισπνοές της θάλασσας και της ομίχλης όλα θα φαντάζουν δαφορετικά και όλα ίδια, εγώ και το ποδήλατο, ο πατέρας , η μητέρα, η γιαγιά και ο παππούς μα όλα αυτά είναι πολύ μακριά και η ζωή είναι διαφορετική ας γύρισα πίσω ξανά...
Γαλάζιος ουρανός ,θάλασσα καφέ, ποτάμι θρασύ, ήλιος παγωμένος, φωτεινός, μάτια νοσταλγικά ,μυαλό καρφωμένο πίσω, νους καρφωμένος μπροστά, καρδιά κολλημένη πίσω, μετέωρη στο παρελθόν και το παρόν, ερωτευμένη με τα πέρυσι...εγώ, εσύ, εμείς, αυτοί, όλα εδώ, όλα εκεί, κύκλους κάνω, κύκλους φτιάχνω, και τίποτα δεν αλλάζω, χορεύω στη μετέωρη τούτη νύχτα...

...άντρα μοιάζεις με εκείνες τις κόκκινες μορφές της νύχτας, άντρα λάμπεις πίσω από τα χλώμα στάχυα του φθινοπώρου, χάνεσαι και βουλιάζεις στη λάσπη που κατέβασε ο θυμωμένος ποταμός, τα χέρια μου κλαδιά να αγκαλιάσουν την άνοιξη της μέρας, τα χέρια μου μαχαίρια να χαράξουν δρόμους επιστροφής, όμως άντρα κοιμάσαι σα μωρό πίσω από τις λάμψεις των αστεριών κι εγώ πολύ μικρή για να αδράξω αυτόν τον ύπνο...
Φύλλα – φτερά , σύννεφα – πουλιά , κύματα , άσπρα, μεγάλα, καφετιά , λασπώδη, γκρίζα, κρύα, παγωμένη θάλασσα, τα βήματά μου βούλιαξαν στην άμμο και δεν κουνιούνται πια. Και η μύγα,επέστρεψε, γύρισε πίσω συντροφεύοντας εσένα καινούριε ταξιδιώτη στο αέναο ταξίδι που χάραξες ... βρήκες εκείνον και του ψιθυρίσες όσα σου είπε εκείνη η μύγα, η ενοχλητική για τους άλλους, μα η συντροφιά εκείνου και η δική σου τις τελευταίες μέρες της ζωής σου...τις ύστατες ώρες που έπαιρνες τις ανάσες σου σε αυτόν τον κόσμο... «είμαι εδώ κόντα σου, τα ζουζουνίσματά μου είναι το τραγούδι μου για σένα, τα μυγοκαθίσματά μου είναι το χάδι μου για σένα , τα εκατομμύρια μάτια μου είναι τα όνειρά μου για σένα,το πέταγμά μου είναι η σκέψη μου για σένα...
η επιστροφή μου είναι ο θάνατος μιας εποχής και η γέννηση μιας άλλης ιστορίας , μιας άλλης πορείας, μιας άλλης ζωής».